Το σπίτι, του Αλέξανδρου Μάτσα
.πατά σα σχοινοβάτης στην αιχμή
.του αοράτου μεσοτοίχου' με πλευρό
.στις παγερές πνοές εκτεθειμένο,
.μ' αυτί καλώς εξασκημένο στην ηχώ
.της θείας συμπαιγνίας. Έτοιμος να πετάξη
.την "εφθαρμένη της σαρκός εσθήτα",
.κι ακόμα ψάχνοντας μες στις λερές πτυχές
.τη δόξα των σβυσμένων της κηλίδων.
.Kι αν βρης, στα ξερά φύλλα, διαφανές
.χιτώνιο τζιτζικιού· κι αν πατητής
.με κνήμες σταφυλοβαμμένες προσπεράση,
.κι ο δύων ήλιος του θωπεύση τα μαλλιά,
.κι αυτά τα ύστατα θα πάρης, Tειρεσία,
.βότσαλα, για να κάμης κύκλους
.μεθαύριο, στα ύδατα της λήθης.
.1942
.Αλέξανδρος Μάτσας
(φθινόπωρο, 8)
Ετικέτες Ποιήματα - το μικρό ανθολόγιο του Observer, ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ